Δυσπιστία στα τσεχικά
Μετάφραση: δυσπιστία, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
nedůvěra, nedůvěru, nedůvěry, nedůvěře, nedůvěrou
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δυσπιστία
δυσπιστία συνώνυμα, δυσπιστία συνώνυμο, δυσπιστία αγγλικά, δυσπιστία english, δυσπιστία ορισμός, δυσπιστία λεξικό γλώσσας τσεχικά, δυσπιστία στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- δυσνόητος στα τσεχικά - zastřít, nejasný, neznámý, vágní, zahalit, kalit, halit, ...
- δυσοίωνος στα τσεχικά - neblahý, osudný, zlověstný, nepříznivý, nepříznivé, nepříznivá, neblahé
- δυστυχής στα τσεχικά - neblahý, nešťastný, neúspěšný, nešťastná, nešťastní, nespokojen, nešťastné
- δυστυχία στα τσεχικά - utrpení, ubohost, neštěstí, chudoba, trápení, mizérie, nouze, ...
Τυχαίες λέξεις
Δυσπιστία στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: nedůvěra, nedůvěru, nedůvěry, nedůvěře, nedůvěrou
Μεταφράσεις: nedůvěra, nedůvěru, nedůvěry, nedůvěře, nedůvěrou