Δόλος στα τσεχικά

Μετάφραση: δόλος, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
podvodný, podvodník, podvod, falšovatel, klam, lest, podvodem, podvodu
Δόλος στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δόλος

ενδεχόμενοσ δόλοσ, δόλος συνώνυμα, γενικός δόλος, δούλος ετυμολογία, δόλοσ αγγλικά, δόλος λεξικό γλώσσας τσεχικά, δόλος στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • δόκιμος στα τσεχικά - nováček, začátečník, učeň, učedník, kadet, Cadet, kadetem, ...
  • δόλιος στα τσεχικά - podvodný, zrádný, klamný, odlehlý, zákeřný, číhající, číhá, ...
  • δόλωμα στα τσεχικά - léčka, štvát, navnadit, škádlit, nalákat, dráždit, nástraha, ...
  • δόνηση στα τσεχικά - kmit, kmitání, kolísání, záchvěv, vibrace, vibrování, oscilace, ...
Τυχαίες λέξεις
Δόλος στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: podvodný, podvodník, podvod, falšovatel, klam, lest, podvodem, podvodu