Ιερότητα στα τσεχικά

Μετάφραση: ιερότητα, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
neporušitelnost, posvátnost, svatost, posvátností, posvěcenosti
Ιερότητα στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ιερότητα

ιερότητα λεξικό γλώσσας τσεχικά, ιερότητα στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • ιερόδουλη στα τσεχικά - prostitutka, prostitutkou, prostitutku, nevěstka
  • ιερός στα τσεχικά - posvátný, svatý, posvátné, posvátná, posvátnou, posvátným
  • ιθαγένεια στα τσεχικά - občanství, národnost, státní občanství, k občanství, státního občanství
  • ιθαγενής στα τσεχικά - domorodec, tuzemec, rodilý, domácí, původní, praobyvatel, primitivní, ...
Τυχαίες λέξεις
Ιερότητα στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: neporušitelnost, posvátnost, svatost, posvátností, posvěcenosti