Συναρπαστικός στα τσεχικά
Μετάφραση: συναρπαστικός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
radostný, vzrušující, zajímavé, vzrušujícím, napínavý
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συναρπαστικός
συναρπαστικός συνώνυμο, συναρπαστικόσ τι σημαινει, συναρπαστικός συνώνυμα, συναρπαστικός λεξικό γλώσσας τσεχικά, συναρπαστικός στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- συναρμολογώ στα τσεχικά - sestavovat, montovat, skládat, sestavit, svolat, složit, shromáždit, ...
- συναρμολόγηση στα τσεχικά - montování, nakupení, nahromadění, montáž, shromáždění, vybavení, kování, ...
- συνασπισμός στα τσεχικά - svaz, spolek, koalice, třída, blok, míle, kategorie, ...
- συναυλία στα τσεχικά - soulad, dohodnout, shoda, souhlas, koncert, koncertní, koncertu, ...
Τυχαίες λέξεις
Συναρπαστικός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: radostný, vzrušující, zajímavé, vzrušujícím, napínavý
Μεταφράσεις: radostný, vzrušující, zajímavé, vzrušujícím, napínavý