Ταξιδιώτης στα τσεχικά
Μετάφραση: ταξιδιώτης, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
cestující, cestovatel, cestovní, cestovatele, traveler
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ταξιδιώτης
ταξιδιώτης της ερήμου, ταξιδιώτης του παντός στιχοι, ταξιδιώτης και φεγγαρόφωτο, ταξιδιώτης συνώνυμα, ταξιδιώτης θεσσαλονίκη, ταξιδιώτης λεξικό γλώσσας τσεχικά, ταξιδιώτης στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- ταξιδάκι στα τσεχικά - zájezd, cesta, výlet, vyjížďka, si výlet, vypnutí
- ταξιδεύω στα τσεχικά - jízda, cesta, chodit, cestovat, cestování, cestovní, cestovních, ...
- ταξινομώ στα τσεχικά - sestavovat, sestavit, vybrat, seřadit, řadit, třídit, roztřídit, ...
- ταξινόμηση στα τσεχικά - klasifikace, kategorie, roztřídění, třídění, zařazení, klasifikaci, rozdělení
Τυχαίες λέξεις
Ταξιδιώτης στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: cestující, cestovatel, cestovní, cestovatele, traveler
Μεταφράσεις: cestující, cestovatel, cestovní, cestovatele, traveler