Σύρσιμο στα φινλανδικά

Μετάφραση: σύρσιμο, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ryömiä, kontata, madella, vetäminen, vetämällä, vedät, Dragging, raahaamalla
Σύρσιμο στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σύρσιμο

σύρσιμο συνώνυμο, σύρσιμο των ποδιών, σύρσιμο λεξικό γλώσσας φινλανδικά, σύρσιμο στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • σύρμα στα φινλανδικά - sähköjohto, sähke, vaijeri, lanka, johto, johdin, langan, ...
  • σύρομαι στα φινλανδικά - madella, kontata, ryömiä, viruminen, hiipiä, creep, virumisen
  • σύσκεψη στα φινλανδικά - neuvottelu, konferenssi, kokous, tapaaminen, liitto, keskustelu, käsittely, ...
  • σύσπαση στα φινλανδικά - rajoittaa, kouristus, suonenveto, rajata, ahtaa, supistuminen, supistumisen, ...
Τυχαίες λέξεις
Σύρσιμο στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: ryömiä, kontata, madella, vetäminen, vetämällä, vedät, Dragging, raahaamalla