Lünk στα ελληνικά

Μετάφραση: lünk, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άγραφτος, κενό, άγραφος, λευκός, χάσμα, χάσματος, διάκενο, διαφορά
Lünk στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lülitusseade στα ελληνικά - συσκευή μεταγωγής, διάταξη μεταγωγής, συσκευής μεταγωγής, συσκευή διανομής, διάταξη απενεργοποίησης
  • lümf στα ελληνικά - λέμφος, λέμφου, λεμφαδένες, λεμφικό, λέμφο
  • lüpsja στα ελληνικά - γαλακτοπώλης, χωριατοπούλα, γαλακτοπώλισσα, κοπέλλα πού αρμέγει τις αγελάδες
  • lüpsma στα ελληνικά - γάλα, αρμέγω, το έργο, έργο, εργασία, εργασίας, εργασίες
Τυχαίες λέξεις
Lünk στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άγραφτος, κενό, άγραφος, λευκός, χάσμα, χάσματος, διάκενο, διαφορά