Nákvæmlega στα ελληνικά
Μετάφραση: nákvæmlega, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακριβώς, επακριβώς, ακρίβεια, ακριβώς το, με ακρίβεια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- náinn στα ελληνικά - κολλητός, αποπνιχτικός, πνιγηρός, κοντά, στενή, κλείσιμο, στενούς, ...
- nákominn στα ελληνικά - κοντά, στενή, κλείσιμο, στενούς, στενής
- nákvæmni στα ελληνικά - ακρίβεια, ακρίβειας, την ακρίβεια, ορθότητα, ακριβεια
- nákvæmur στα ελληνικά - εξονυχιστικός, συγκεκριμένος, λεπτομερής, ακριβολόγος, ακριβής, ακριβή, ακριβείς, ...
Τυχαίες λέξεις
Nákvæmlega στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακριβώς, επακριβώς, ακρίβεια, ακριβώς το, με ακρίβεια
Μεταφράσεις: ακριβώς, επακριβώς, ακρίβεια, ακριβώς το, με ακρίβεια