Resistente στα ελληνικά
Μετάφραση: resistente, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκληροτράχηλος, ανθεκτικός, σκληρός, δύσκολος, ανθεκτικά, ανθεκτικό, ανθεκτική, ανθεκτικών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- degeneración στα ελληνικά - εκφύλιση, εκφυλισμός, εκφυλισμό, εκφυλισμού, κηλίδας
- director στα ελληνικά - διευθυντής, σκηνοθέτης, μαέστρος, δάσκαλος, δάσκαλο, των εκπαιδευτικών, καθηγητής, ...
- honra στα ελληνικά - αξιοπρέπεια, τιμή, τιμήν, τιμής, την τιμή, τιμή να
- indígena στα ελληνικά - οικιακός, ντόπιος, ιθαγενής, κατοικίδιος, γηγενής, Ινδός, ινδική, ...
Τυχαίες λέξεις
Resistente στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκληροτράχηλος, ανθεκτικός, σκληρός, δύσκολος, ανθεκτικά, ανθεκτικό, ανθεκτική, ανθεκτικών
Μεταφράσεις: σκληροτράχηλος, ανθεκτικός, σκληρός, δύσκολος, ανθεκτικά, ανθεκτικό, ανθεκτική, ανθεκτικών