Agganciare στα ελληνικά
Μετάφραση: agganciare, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γάντζος, αγκιστρώνω, άγκιστρο, γάντζο, αγκίστρου, γάντζου
Μεταφράσεις
- agevolare στα ελληνικά - διευκολύνω, διευκολύνουν, διευκόλυνση της, να διευκολύνει, να διευκολύνουν, διευκολυνθεί η
- agevole στα ελληνικά - άνετος, εύκολος, εύκολη, εύκολο, εύκολα, πιο εύκολη
- aggettivo στα ελληνικά - επίθετο, επιθέτου, προσδιορισμός, επίθετο που
- aggiornamento στα ελληνικά - ενημέρωση, επικαιροποίηση, ενημέρωσης, την ενημέρωση, αναπροσαρμογή
Τυχαίες λέξεις
Agganciare στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γάντζος, αγκιστρώνω, άγκιστρο, γάντζο, αγκίστρου, γάντζου
Μεταφράσεις: γάντζος, αγκιστρώνω, άγκιστρο, γάντζο, αγκίστρου, γάντζου