Corona στα ελληνικά
Μετάφραση: corona, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θήκη, κορόνα, στεφάνι, κορώνα, στέμμα, κόμης, κορώνας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- cornuto στα ελληνικά - αυτός που έχει κέρατα, κέρατα, κερασφόρου, κερασφόρο, κερασφόρα
- coro στα ελληνικά - χορωδία, χορωδίας, χορωδιών, χορωδία του, χορωδιακά
- corpetto στα ελληνικά - κορσάζ, καρφίτσα, corsage, κορσάζ καρφίτσα
- corpo στα ελληνικά - σώμα, σώματος, οργανισμό, οργανισμός, το σώμα
Τυχαίες λέξεις
Corona στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θήκη, κορόνα, στεφάνι, κορώνα, στέμμα, κόμης, κορώνας
Μεταφράσεις: θήκη, κορόνα, στεφάνι, κορώνα, στέμμα, κόμης, κορώνας