Dentro στα ελληνικά

Μετάφραση: dentro, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εντός, μέσα, σε, εσωτερικό, στο εσωτερικό, μέσα σε
Dentro στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • denso στα ελληνικά - συμπαγής, πυκνός, συμπυκνωμένος, πυκνό, πυκνή, πυκνά, πυκνού
  • dente στα ελληνικά - δόντι, δοντιών, δοντιού, των δοντιών, δόντια
  • denudare στα ελληνικά - γυμνώνω, εκδύω, γυμνός, απογυμνώνω
  • denuncia στα ελληνικά - διαφήμιση, καταγγελία, παράπονο, καταγγελίας, αιτίαση, την καταγγελία
Τυχαίες λέξεις
Dentro στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εντός, μέσα, σε, εσωτερικό, στο εσωτερικό, μέσα σε