Εντός στα ιταλικά
Μετάφραση: εντός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
dentro, entro, all'interno, in, all'interno di, nell'ambito
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εντός
εντός κρεβάτια, εντός καναπέδες, εντός παιδιάς, εντός εκτός, εντός εκτός και επί τα αυτά, εντός λεξικό γλώσσας ιταλικά, εντός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- εντυπωσιάζω στα ιταλικά - impressionare, imprimere, stupire, colpo, impressionare i
- εντυπωσιακός στα ιταλικά - sensazionale, impressionante, imponente, impressionanti, suggestivo, notevole
- εντύπωση στα ιταλικά - stampa, orma, impronta, impressione, un'impressione, impressione di
- ενυδρείο στα ιταλικά - acquario, dell'acquario, acquari, aquarium, acquario di
Τυχαίες λέξεις
Εντός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: dentro, entro, all'interno, in, all'interno di, nell'ambito
Μεταφράσεις: dentro, entro, all'interno, in, all'interno di, nell'ambito