Insegnante στα ελληνικά

Μετάφραση: insegnante, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δασκάλα, καθηγητής, καθηγήτρια, δάσκαλος, δάσκαλο, των εκπαιδευτικών, εκπαιδευτικός
Insegnante στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • insegna στα ελληνικά - σήμα, ταμπέλα, πίνακας, υπογράφω, πινακίδα αγγελίας, πινακίδα, πινακίδας, ...
  • insegnamento στα ελληνικά - διδασκαλία, μόρφωση, διδασκαλίας, τη διδασκαλία, διδακτικού, διδακτικό
  • insegnare στα ελληνικά - διδάσκω, διδάξει, διδάσκουν, διδάξουν, διδάσκει
  • inseguimento στα ελληνικά - επίτευγμα, ασχολία, κυνηγώ, καταδίωξη, κυνηγητό, Chase, κυνηγήσει, ...
Τυχαίες λέξεις
Insegnante στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δασκάλα, καθηγητής, καθηγήτρια, δάσκαλος, δάσκαλο, των εκπαιδευτικών, εκπαιδευτικός