Scalare στα ελληνικά

Μετάφραση: scalare, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανεβαίνω, σκαρφαλώνω, βαθμωτό, βαθμωτών, βαθμωτά, scalar, ανυσμάτων
Scalare στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • scaglione στα ελληνικά - σύμπλεγμα, όμιλος, ομάδα, συγκρότημα, βαθμός αξιωματικού, ιεραρχία επιχείρησης, Echelon, ...
  • scala στα ελληνικά - σκάλα, κλίμακας, κλίμακα, λέπι, κλιμάκωση, μέγεθος, ζυγαριά
  • scalata στα ελληνικά - σκαρφαλώνω, διαταράσσω, ανεβαίνω, ορειβασία, αναρρίχηση, αναρρίχησης, την αναρρίχηση, ...
  • scaldare στα ελληνικά - ζεστός, θερμαίνω, ζέστη, ζεσταίνω, θερμός, ζεστό, ζεστή, ...
Τυχαίες λέξεις
Scalare στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανεβαίνω, σκαρφαλώνω, βαθμωτό, βαθμωτών, βαθμωτά, scalar, ανυσμάτων