Vano στα ελληνικά

Μετάφραση: vano, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μάταιος, ματαιόδοξος, κενό, δωμάτιο, χώρος, άγονος, βαθουλωμένος, υπόκωφος, κοίλος, ασήμαντος, άκαρπος, ανωφελής, εγωκεντρικός, άδειος, κούφιος, ξιπασμένος, διάστημα, χώρο, χώρου, κόπηκε
Vano στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • armamento στα ελληνικά - εξοπλισμός, εξοπλισμών, οπλισμός, οπλισμού, οπλισμό
  • deficit στα ελληνικά - έλλειψη, έλλειμμα, ελλείμματος, του ελλείμματος, το έλλειμμα, έλλειμμα του
  • ospizio στα ελληνικά - άσυλο, ασυλία, ξενώνας, ξενών, ξενώνα, ξενώνα φιλοξενίας, ασύλων
  • sci στα ελληνικά - σκι, το σκι, για σκι, του σκι, χιονοδρομικό
Τυχαίες λέξεις
Vano στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μάταιος, ματαιόδοξος, κενό, δωμάτιο, χώρος, άγονος, βαθουλωμένος, υπόκωφος, κοίλος, ασήμαντος, άκαρπος, ανωφελής, εγωκεντρικός, άδειος, κούφιος, ξιπασμένος, διάστημα, χώρο, χώρου, κόπηκε