Direktno στα ελληνικά

Μετάφραση: direktno, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καθοδηγώ, σκηνοθετώ, κατευθείαν, άμεσα, απευθείας, άμεση
Direktno στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • direktan στα ελληνικά - σκηνοθετώ, καθοδηγώ, απευθείας, άμεσος, άμεση, άμεσες, άμεσης
  • direktiva στα ελληνικά - οδηγία, οδηγίας, της οδηγίας, την οδηγία, οδηγίας του
  • direktor στα ελληνικά - ηγετικός, σκηνοθέτης, διευθυντής, διευθυντή, σκηνοθέτη, διευθύντρια
  • direktorij στα ελληνικά - Κατάλογος, κατάλογο, καταλόγου, Directory, τον κατάλογο
Τυχαίες λέξεις
Direktno στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καθοδηγώ, σκηνοθετώ, κατευθείαν, άμεσα, απευθείας, άμεση