Dobi στα ελληνικά

Μετάφραση: dobi, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εποχή, ηλικία, ηλικίας, την ηλικία, ετών
Dobi στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dobaviti στα ελληνικά - επιπλώνω, προμηθεύω, προμήθεια, εφοδιασμού, παροχή, προσφοράς, προμήθειας
  • dobavljač στα ελληνικά - προμηθευτής, προμηθευτή, τον προμηθευτή, με τον προμηθευτή, προμηθευτές
  • dobiju στα ελληνικά - απολαβή, λαμβάνω, λαμβάνουν, λάβετε, λαμβάνετε, λάβει
  • dobit στα ελληνικά - λάφυρα, επωφελούμαι, απολαβές, ωφέλεια, επίδομα, αποδοχές, όφελος, ...
Τυχαίες λέξεις
Dobi στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εποχή, ηλικία, ηλικίας, την ηλικία, ετών