Poništavati στα ελληνικά

Μετάφραση: poništavati, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανατρέπω, ματαιώνω, αναιρούν, αναιρεί, αναιρέσουν, αναιρέσει, ανατρέπει
Poništavati στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • beživotan στα ελληνικά - άψυχος, άψυχο, άψυχα, νεκρό, άψυχη
  • bjelančevina στα ελληνικά - πρωτεΐνη, πρωτεΐνης, πρωτείνη, πρωτείνης, πρωτεϊνών
  • izbjeglica στα ελληνικά - πρόσφυγας, πρόσφυγα, προσφύγων, του πρόσφυγα, των προσφύγων
  • lahor στα ελληνικά - αναπνοή, ανάσα, αύρα, αεράκι, αύρας, αύρα της, παιχνιδάκι
Τυχαίες λέξεις
Poništavati στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανατρέπω, ματαιώνω, αναιρούν, αναιρεί, αναιρέσουν, αναιρέσει, ανατρέπει