Afschrift στα ελληνικά
Μετάφραση: afschrift, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντιγράφω, αντίγραφο, αντίτυπο, αντιγράφου, αντιγραφής, αντιγραφή
Μεταφράσεις
- afscheren στα ελληνικά - ξυρίζομαι, ξύρισμα, ξυρίσετε, ξυρίσει, ξυρίζουν, ξυρίσουν
- afschilderen στα ελληνικά - βάφω, απεικονίζουν, απεικονίζει, απεικονίσει, παριστάνουν, αναπαριστούν
- afschrijven στα ελληνικά - αποσβέσουν, αποσβέσει, αποσβεστεί, να αποσβέσει, αποσβεστεί το
- afschrijving στα ελληνικά - εξαγορά, λύτρωση, διαγραφή, διαγραφής, την διαγραφή, διαγράψει, διαγραφές
Τυχαίες λέξεις
Afschrift στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντιγράφω, αντίγραφο, αντίτυπο, αντιγράφου, αντιγραφής, αντιγραφή
Μεταφράσεις: αντιγράφω, αντίγραφο, αντίτυπο, αντιγράφου, αντιγραφής, αντιγραφή