Bestanddeel στα ελληνικά

Μετάφραση: bestanddeel, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παράγοντας, εξάρτημα, συντελεστής, στοιχείο, συστατικός, συστατικό, συστατικού, ουσία, συστατικών, συστατικά
Bestanddeel στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bestaanbaar στα ελληνικά - πιθανός, εφικτός, συμβατό, συμβατή, συμβατές, συμβατά, συμβιβάζεται
  • bestand στα ελληνικά - υποβάλλω, πίφερο, λιμάρω, αρχείο, αρχείου, αρχείων, φάκελο, ...
  • besteden στα ελληνικά - μειώνομαι, σταγόνα, ρανίδα, ξοδεύω, δαπανούν, ξοδεύουν, δαπανήσει, ...
  • besteding στα ελληνικά - δαπάνη, δαπάνες, δαπανών, των δαπανών, οι δαπάνες
Τυχαίες λέξεις
Bestanddeel στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παράγοντας, εξάρτημα, συντελεστής, στοιχείο, συστατικός, συστατικό, συστατικού, ουσία, συστατικών, συστατικά