Claimen στα ελληνικά

Μετάφραση: claimen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ισχυρίζομαι, υποθέτω, ισχυρισμός, διεκδίκηση, διεκδικώ, αξίωση, απαίτηση, αξίωσης
Claimen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • civiel στα ελληνικά - ευπροσήγορος, πολίτης, πολιτικός, μη στρατιωτικών, άμαχου, μη στρατιωτικής
  • civiliseren στα ελληνικά - εξημερώνω, εκπολιτίζω, εκπολιτίζουμε, εκπολιτίσουν, εκπολιτίσει
  • classificatie στα ελληνικά - ταξινόμηση, κατάταξη, ταξινόμησης, κατάταξης, την ταξινόμηση
  • classificeren στα ελληνικά - κλάση, τάξη, ταξινομώ, υπάγω, ταξινόμηση, ταξινομούν, κατατάσσουν, ...
Τυχαίες λέξεις
Claimen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ισχυρίζομαι, υποθέτω, ισχυρισμός, διεκδίκηση, διεκδικώ, αξίωση, απαίτηση, αξίωσης