Deduceren στα ελληνικά
Μετάφραση: deduceren, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περισυλλέγω, μαζεύω, μαζεύομαι, συγκεντρώνομαι, συνάγω, συμπεραίνω, συναγάγει, συμπεράνουμε, να συναγάγει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- decreet στα ελληνικά - παραγγέλλω, εντολή, παραγγελία, διάταγμα, θεσπίζω, προσταγή, θέσπισμα, ...
- decreteren στα ελληνικά - θεσπίζω, θέσπισμα, διάταγμα, διατάγματος, απόφαση, αποφάσεως, διάταγμα που
- deeg στα ελληνικά - ζύμη, ζύμης, της ζύμης, ζυμάρι, τη ζύμη
- deel στα ελληνικά - κομματάκι, θραύσμα, σωματίδιο, μερίδιο, κομμάτι, συστατικός, χωρίζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Deduceren στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περισυλλέγω, μαζεύω, μαζεύομαι, συγκεντρώνομαι, συνάγω, συμπεραίνω, συναγάγει, συμπεράνουμε, να συναγάγει
Μεταφράσεις: περισυλλέγω, μαζεύω, μαζεύομαι, συγκεντρώνομαι, συνάγω, συμπεραίνω, συναγάγει, συμπεράνουμε, να συναγάγει