Drankje στα ελληνικά

Μετάφραση: drankje, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ποτό, πίνω, το ποτό, ποτών, ποτά, ποτού
Drankje στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • drang στα ελληνικά - σπρώχνω, σπρώξιμο, ορμή, πίεση, προτρέπω, παροτρύνω, παροτρύνει, ...
  • drank στα ελληνικά - κέφια, αλκοόλ, οινόπνευμα, πίνω, ποτό, ποτα, ποτών, ...
  • drankzuchtige στα ελληνικά - αλκοολικός, αλκοολούχα, αλκοολικό, αλκοολούχων, αλκοολικού
  • draperen στα ελληνικά - τυλίγω, κουρτίνα, drape, ιματίου, ντραπέ, πάνα
Τυχαίες λέξεις
Drankje στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ποτό, πίνω, το ποτό, ποτών, ποτά, ποτού