Heel στα ελληνικά
Μετάφραση: heel, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλήρης, ολικός, ολοκληρώνω, πλήρως, εντελώς, πράγματι, πολύ, γεμάτος, σύνολο, μεστός, ολόκληρος, περατώνω, αλήθεια, πραγματικός, απόλυτος, ιδιαίτερα, είναι πολύ, εξαιρετικά, ακριβώς
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- hechting στα ελληνικά - ραφή, ράμμα, ράμματος, ράμματα, ραμμάτων
- hectoliter στα ελληνικά - εκατόλιτρο, εκατόλιτρο αλκοόλης, hl αλκοόλης
- heelal στα ελληνικά - ύπαρξη, δημιουργία, υφήλιος, κόσμος, σύμπαν, σύμπαντος, κόσμο, ...
- heelkunde στα ελληνικά - ιατρείο, χειρουργική, χειρουργείο, χειρουργική επέμβαση, επέμβαση, εγχείρηση
Τυχαίες λέξεις
Heel στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλήρης, ολικός, ολοκληρώνω, πλήρως, εντελώς, πράγματι, πολύ, γεμάτος, σύνολο, μεστός, ολόκληρος, περατώνω, αλήθεια, πραγματικός, απόλυτος, ιδιαίτερα, είναι πολύ, εξαιρετικά, ακριβώς
Μεταφράσεις: πλήρης, ολικός, ολοκληρώνω, πλήρως, εντελώς, πράγματι, πολύ, γεμάτος, σύνολο, μεστός, ολόκληρος, περατώνω, αλήθεια, πραγματικός, απόλυτος, ιδιαίτερα, είναι πολύ, εξαιρετικά, ακριβώς