Heersen στα ελληνικά

Μετάφραση: heersen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διέπω, ιθύνω, κυβερνώ, βασιλεύω, βασιλεία, βασιλεύει, βασιλεύσει, βασιλεύουν
Heersen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • heerschaar στα ελληνικά - στρατός, Ο κ, κ, τον κ, του κ
  • heerschappij στα ελληνικά - κυριαρχία, αποφασίζω, βασιλεία, εξουσιάζω, κύρος, εξουσία, ιθύνω, ...
  • hees στα ελληνικά - τραχύς, βραχνός, βραχνή, βραχνό, τη βραχνή, σπασμένη
  • heester στα ελληνικά - θάμνος, θάμνων, θάμνο, θάμνου, θάμνους
Τυχαίες λέξεις
Heersen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διέπω, ιθύνω, κυβερνώ, βασιλεύω, βασιλεία, βασιλεύει, βασιλεύσει, βασιλεύουν