Kluizenaar στα ελληνικά
Μετάφραση: kluizenaar, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μοναχικός, απόκοσμος, ασυντρόφευτος, ερημίτης, ασκητής, ερημίτη, ερημιτών, ασκητή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- klucht στα ελληνικά - φάρσα, παρωδία, φάρσας, φαρσοκωμωδία, κωμωδία
- kluit στα ελληνικά - βώλος, μπουμπούνας, βραχιόνιο, σβόλο, το βραχιόνιο, σβόλος
- klus στα ελληνικά - παρατάσσω, δουλειές, γραμμή, υπόθεση, ρυτίδα, δουλειά, κατάληψη, ...
- knaagdier στα ελληνικά - τρωκτικό, τρωκτικών, τρωκτικού, τρωκτικά, των τρωκτικών
Τυχαίες λέξεις
Kluizenaar στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μοναχικός, απόκοσμος, ασυντρόφευτος, ερημίτης, ασκητής, ερημίτη, ερημιτών, ασκητή
Μεταφράσεις: μοναχικός, απόκοσμος, ασυντρόφευτος, ερημίτης, ασκητής, ερημίτη, ερημιτών, ασκητή