Lokaliteit στα ελληνικά

Μετάφραση: lokaliteit, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βούλα, σπυρί, εντοπίζω, τοποθετώ, τοποθεσία, τόπος, μέρος, θέσης, περιοχή, τόπο, τοποθεσίας
Lokaliteit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lokaal στα ελληνικά - σπυρί, κοιλότητα, μέρος, τοποθετώ, τοπικός, βούλα, εντοπίζω, ...
  • lokaas στα ελληνικά - δόλωμα, δολώματος, δολώματα, δολωμάτων, το δόλωμα
  • lokken στα ελληνικά - δόλωμα, δελεάζω, κράχτης, δέλεαρ, θέλγητρο, γοητεία, δολώματος
  • lomp στα ελληνικά - χονδροειδής, ωμός, κουρέλι, ακατέργαστος, αγροίκος, άξεστος, άξεστες, ...
Τυχαίες λέξεις
Lokaliteit στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βούλα, σπυρί, εντοπίζω, τοποθετώ, τοποθεσία, τόπος, μέρος, θέσης, περιοχή, τόπο, τοποθεσίας