Menen στα ελληνικά
Μετάφραση: menen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θεωρώ, νομίζω, κρίνω, υπολογίζω, μαντεύω, πιστεύω, σκέπτομαι, εικασία, υποθέτω, σκέφτομαι, υποτίθεται, πιστεύουν, πιστεύουμε, πιστέψουν, να πιστέψουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- melodramatisch στα ελληνικά - μελοδραματικός, μελοδραματικό, μελοδραματικές, μελοδραματική, μελοδραματικών
- men στα ελληνικά - ένα, ένας, μία, μια, ενός
- mengeling στα ελληνικά - μίγμα, μείγμα, αναμειγνύεται, ανακατεύουμε, αναμίξτε, ανακατέψτε
- mengelmoes στα ελληνικά - μίγμα, συνονθύλευμα, σύμφυρμα, συνοθύλευμα, όλες μαζί προέβαιναν, ανεμομάζωμα
Τυχαίες λέξεις
Menen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θεωρώ, νομίζω, κρίνω, υπολογίζω, μαντεύω, πιστεύω, σκέπτομαι, εικασία, υποθέτω, σκέφτομαι, υποτίθεται, πιστεύουν, πιστεύουμε, πιστέψουν, να πιστέψουν
Μεταφράσεις: θεωρώ, νομίζω, κρίνω, υπολογίζω, μαντεύω, πιστεύω, σκέπτομαι, εικασία, υποθέτω, σκέφτομαι, υποτίθεται, πιστεύουν, πιστεύουμε, πιστέψουν, να πιστέψουν