Pret στα ελληνικά

Μετάφραση: pret, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κέφι, ηδονή, πλάκα, ευχαρίστηση, αρέσκεια, διασκέδαση, τη διασκέδαση, διασκεδαστικό, διασκέδασης, διασκεδάσουν
Pret στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • prestatie στα ελληνικά - παράσταση, διενέργεια, εκτέλεση, απόδοση, επίτευξη, επίδοση, επιδόσεις
  • prestige στα ελληνικά - γόητρο, αίγλη, κύρος, κύρους, το κύρος, γοήτρου
  • pretje στα ελληνικά - ψυχαγωγία, διασκέδαση, τη διασκέδαση, διασκεδαστικό, διασκέδασης, διασκεδάσουν
  • prettig στα ελληνικά - όμορφη, ωραίος, συμπαθητικός, ωραία, ωραίο
Τυχαίες λέξεις
Pret στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κέφι, ηδονή, πλάκα, ευχαρίστηση, αρέσκεια, διασκέδαση, τη διασκέδαση, διασκεδαστικό, διασκέδασης, διασκεδάσουν