Probeersel στα ελληνικά
Μετάφραση: probeersel, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δοκιμασία, δίκη, δοκιμή, δίκης, δοκιμής, δοκιμαστική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- privaat στα ελληνικά - τουαλέτα, ιδιωτικός, ιδιωτικό, ιδιωτική, ιδιωτικού, ιδιωτικών
- privilege στα ελληνικά - προνόμιο, προνομίου, δικαίωμα, προνόμιο να, απόρρητο
- proberen στα ελληνικά - απόπειρα, εξετάζω, εκδικάζω, δοκίμια, αποδεικνύω, έκθεση, αναζητώ, ...
- probleem στα ελληνικά - ταλαιπωρία, δουλειά, μπελάς, φασαρία, πρόβλημα, ενοχλώ, έκδοση, ...
Τυχαίες λέξεις
Probeersel στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δοκιμασία, δίκη, δοκιμή, δίκης, δοκιμής, δοκιμαστική
Μεταφράσεις: δοκιμασία, δίκη, δοκιμή, δίκης, δοκιμής, δοκιμαστική