Rechts στα ελληνικά
Μετάφραση: rechts, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σωστός, δικαίωμα, δεξιός, σχετικά με το δικαίωμα, στη δεξιά, στα δεξιά, για το δικαίωμα, στο σωστό
Μεταφράσεις
- rechtop στα ελληνικά - τίμιος, όρθιος, δοκάρι, καθοδηγώ, ίσιος, ευθύς, σκηνοθετώ, ...
- rechtopstaand στα ελληνικά - ακατάστατος, κάθετος, όρθιος, όρθια, όρθια θέση, όρθιο, σε όρθια θέση
- rechtsgebied στα ελληνικά - δικαιοδοσία, αρμοδιότητα, δικαιοδοσίας, διεθνή δικαιοδοσία, τη δικαιοδοσία
- rechtsgeding στα ελληνικά - προξενώ, υπόθεση, προκαλώ, βαλίτσα, κοστούμι, περιστατικό, δίκη, ...
Τυχαίες λέξεις
Rechts στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σωστός, δικαίωμα, δεξιός, σχετικά με το δικαίωμα, στη δεξιά, στα δεξιά, για το δικαίωμα, στο σωστό
Μεταφράσεις: σωστός, δικαίωμα, δεξιός, σχετικά με το δικαίωμα, στη δεξιά, στα δεξιά, για το δικαίωμα, στο σωστό