Schone στα ελληνικά
Μετάφραση: schone, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καλλονή, ομορφιά, καθαρός, καθαρό, καθαρά, καθαρή, καθαρές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- schommelen στα ελληνικά - ταλαντώνομαι, διακυμάνσεις, κυμανθεί, αυξομειώνονται, διακυμαίνονται, κυμαίνονται
- schommeling στα ελληνικά - διακύμανση, διακύμανσης, διακυμάνσεις, διακύμανσης που, διακυμάνσεων
- schonk στα ελληνικά - κόκαλο, δωρεά, δώρισε, δωρίσει, δωρεές, δωρίζονται
- schoof στα ελληνικά - δεσμίδα, σωριάζω, τσουβαλιάζω, μάτσο, δεμάτι, δέσμη, δέσμην φύλλων, ...
Τυχαίες λέξεις
Schone στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καλλονή, ομορφιά, καθαρός, καθαρό, καθαρά, καθαρή, καθαρές
Μεταφράσεις: καλλονή, ομορφιά, καθαρός, καθαρό, καθαρά, καθαρή, καθαρές