Trekker στα ελληνικά
Μετάφραση: trekker, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τρακτέρ, σκανδάλη, ελκυστήρα, ελκυστήρας, ελκυστήρων, του ελκυστήρα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- breken στα ελληνικά - παραβιάζω, παραβαίνω, αθετώ, να σπάσει, για να σπάσει, να σπάσουν
- ideologie στα ελληνικά - ιδεολογία, ιδεολογίας, την ιδεολογία, η ιδεολογία, της ιδεολογίας
- loopgraaf στα ελληνικά - χαράκωμα, χαντάκι, τάφρος, τάφρο, τάφρου
- sensationeel στα ελληνικά - θεαματικός, εντυπωσιακός, συγκλονιστικός, συγκλονιστική, εντυπωσιακή, εντυπωσιακό
Τυχαίες λέξεις
Trekker στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τρακτέρ, σκανδάλη, ελκυστήρα, ελκυστήρας, ελκυστήρων, του ελκυστήρα
Μεταφράσεις: τρακτέρ, σκανδάλη, ελκυστήρα, ελκυστήρας, ελκυστήρων, του ελκυστήρα