Vendel στα ελληνικά
Μετάφραση: vendel, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λάβαρο, μπαϊράκι, σημαία, Vendel, Ο Vendel, του Vendel, τον Vendel
Μεταφράσεις
- betichten στα ελληνικά - κατηγορώ, κατηγορούν, κατηγορήσει, κατηγορεί, κατηγορήσουν
- danseres στα ελληνικά - χορευτής, χορεύτρια, χορευτή, χορεύτριας, χορευτών
- hardvochtigheid στα ελληνικά - σκληρότητα, αναισθησία, αναλγησία, αναισθησίας, την αναλγησία, πώρωση
- mijmeren στα ελληνικά - ονειροπόληση, ονειρεύομαι, ρεμβάζω, όνειρο, μούσα, Muse, η μούσα, ...
Τυχαίες λέξεις
Vendel στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λάβαρο, μπαϊράκι, σημαία, Vendel, Ο Vendel, του Vendel, τον Vendel
Μεταφράσεις: λάβαρο, μπαϊράκι, σημαία, Vendel, Ο Vendel, του Vendel, τον Vendel