Verkleinen στα ελληνικά
Μετάφραση: verkleinen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κουρεύω, μειώνομαι, μικραίνω, κόβω, κοπή, περιορίζω, κλαδεύω, συρρικνώνομαι, ψαλιδίζω, ελαττώνω, μείωση, μειώνω, κομψός, κόψιμο, μειώσει, να μειώσει, μειώσουν, μειώνουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- betekenen στα ελληνικά - σημαίνω, αποδίδω, διορίζω, τσιγκούνης, εννοώ, αναθέτω, παραδόπιστος, ...
- jouw στα ελληνικά - σας, σου, σας για
- pedagogie στα ελληνικά - μόρφωση, παιδαγωγία, παιδαγωγική, παιδαγωγικής, την παιδαγωγική, η παιδαγωγική
- rotbeest στα ελληνικά - κτήνος, τέρας, τέρατος, το τέρας, τεράτων, τέρας που
Τυχαίες λέξεις
Verkleinen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κουρεύω, μειώνομαι, μικραίνω, κόβω, κοπή, περιορίζω, κλαδεύω, συρρικνώνομαι, ψαλιδίζω, ελαττώνω, μείωση, μειώνω, κομψός, κόψιμο, μειώσει, να μειώσει, μειώσουν, μειώνουν
Μεταφράσεις: κουρεύω, μειώνομαι, μικραίνω, κόβω, κοπή, περιορίζω, κλαδεύω, συρρικνώνομαι, ψαλιδίζω, ελαττώνω, μείωση, μειώνω, κομψός, κόψιμο, μειώσει, να μειώσει, μειώσουν, μειώνουν