Vertrouwen στα ελληνικά
Μετάφραση: vertrouwen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εχεμύθεια, εμπιστοσύνη, εμπιστεύομαι, πίστη, θρησκεία, αυτοπεποίθηση, να εμπιστεύονται, για την εμπιστοσύνη, να εμπιστεύεται, να εμπιστεύεστε, να εμπιστευθεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aanbinden στα ελληνικά - ξεκίνημα, αρχίζω, χερσότοπος, γραβάτα, ξεκινώ, δένω, προσδένω, ...
- afrit στα ελληνικά - διέξοδος, έξοδος, θέμα, αναχώρηση, απόκλιση, τεύχος, εξόδου, ...
- instelling στα ελληνικά - θεσμός, ίδρυση, ρύθμιση, ίδρυμα, όργανο, φορέα, ιδρύματος, ...
- onderzoeken στα ελληνικά - έρευνα, εξετάζω, προσπαθώ, δοκιμάζω, εκδικάζω, εξερευνώ, έρευνας, ...
Τυχαίες λέξεις
Vertrouwen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εχεμύθεια, εμπιστοσύνη, εμπιστεύομαι, πίστη, θρησκεία, αυτοπεποίθηση, να εμπιστεύονται, για την εμπιστοσύνη, να εμπιστεύεται, να εμπιστεύεστε, να εμπιστευθεί
Μεταφράσεις: εχεμύθεια, εμπιστοσύνη, εμπιστεύομαι, πίστη, θρησκεία, αυτοπεποίθηση, να εμπιστεύονται, για την εμπιστοσύνη, να εμπιστεύεται, να εμπιστεύεστε, να εμπιστευθεί