Elcsökevényesedés στα ελληνικά
Μετάφραση: elcsökevényesedés, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ατροφία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- elcsépelt στα ελληνικά - κοινός, τετριμμένος, τετριμμένη, τετριμμένα, χιλιοειπωμένα, στερεότυπο
- eldobott στα ελληνικά - απόβλητα, σπατάλη, σπαταλώ, λύμα, έπεσε, μειώθηκε, μειώθηκαν, ...
- eldugott στα ελληνικά - απομακρυσμένες, απομακρυσμένα, απομακρυσμένων, περιφερειακές, απόκεντρες
Τυχαίες λέξεις
Elcsökevényesedés στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ατροφία
Μεταφράσεις: ατροφία