Munkaközösség στα ελληνικά

Μετάφραση: munkaközösség, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ομάδα, κοινοτική εργασία, εργασίες κοινοτικής κλίμακας, εργασίες κοινοτικής κλίμακας με, εργασιακής κοινότητας, κοινοτικές εργασίες και
Munkaközösség στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • munkaképtelenség στα ελληνικά - ανικανότητα, ανικανότητας, ανικανότητος, της ανικανότητας, η ανικανότητα
  • munkaköpeny στα ελληνικά - γενικός, ποδιά, συνολικός, μπλούζα εργασίας, μπλούζες, smock, καρδαμίνης, ...
  • munkaléc στα ελληνικά - αφεντικό
  • munkanélküli στα ελληνικά - άνεργος, ανέργων, άνεργοι, ανέργους, άνεργους
Τυχαίες λέξεις
Munkaközösség στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ομάδα, κοινοτική εργασία, εργασίες κοινοτικής κλίμακας, εργασίες κοινοτικής κλίμακας με, εργασιακής κοινότητας, κοινοτικές εργασίες και