Випнутися στα ελληνικά
Μετάφραση: випнутися, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διογκώνω, vypnutysya
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- випливати στα ελληνικά - ροή, προκύπτω, ρέω, επακολουθώ, αποτέλεσμα, λόγω, συνέπεια, ...
- виплутайтеся στα ελληνικά - ξεμπλέκω, vyplutaytesya
- виповнений στα ελληνικά - αντίγραφο, αντίτυπο, Ολοκληρώθηκε, Ολοκληρωμένες, Ολοκληρωμένα, Ολοκληρωμένο, Ολοκληρώθηκε ή
- виповнення στα ελληνικά - εκπλήρωση, τήρηση, εκπλήρωσης, εκτέλεση, την εκπλήρωση
Τυχαίες λέξεις
Випнутися στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διογκώνω, vypnutysya
Μεταφράσεις: διογκώνω, vypnutysya