Відкладіться στα ελληνικά
Μετάφραση: відкладіться, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναβάλλω, vidkladitsya
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- відкладеннями στα ελληνικά - καταθέσεις, καταθέσεων, οι καταθέσεις, τις καταθέσεις, των καταθέσεων
- відкладіть στα ελληνικά - πεζός, μονότονος, κατά μέρος, καλλιέργειας, μέρος, άκρη, αναιρέσει
- відкласти στα ελληνικά - πεζός, μονότονος, αναβάλλω, ένσταση, καθυστέρηση, καθυστέρησης, καθυστερήσεις, ...
- відклеює στα ελληνικά - vidkleyuye
Τυχαίες λέξεις
Відкладіться στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναβάλλω, vidkladitsya
Μεταφράσεις: αναβάλλω, vidkladitsya