Відкриття στα ελληνικά

Μετάφραση: відкриття, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανοικτός, ανακάλυψη, εύρημα, ανοιχτός, ανοίγω, αποκάλυψη, ξεφάντωμα, εγκαινιάζω, βρίσκω, ανεύρεση, ανακάλυψης, την ανακάλυψη, ανακάλυψή, η ανακάλυψη
Відкриття στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • відкритий στα ελληνικά - ανοικτός, τσίτσιδος, φανερός, γυμνός, ανοιχτός, εγκαινιάζω, ανοίγω, ...
  • відкрито στα ελληνικά - ανοιχτά, φανερά, ανοικτά, πιο ανοικτά, απροκάλυπτα
  • відкупати στα ελληνικά - φήμη, vidkupaty
  • відкупник στα ελληνικά - αγρότης, μισθωτής, μισθωτή, ενοικιαστής
Τυχαίες λέξεις
Відкриття στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανοικτός, ανακάλυψη, εύρημα, ανοιχτός, ανοίγω, αποκάλυψη, ξεφάντωμα, εγκαινιάζω, βρίσκω, ανεύρεση, ανακάλυψης, την ανακάλυψη, ανακάλυψή, η ανακάλυψη