Заперечливий στα ελληνικά

Μετάφραση: заперечливий, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αμφιλεγόμενος, ερειστικός, συζητήσιμος, αρνητικός, αρνητική, αρνητικές, αρνητικό, αρνητικά
Заперечливий στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • заперечення στα ελληνικά - εξαίρεση, απαντώ, αποκήρυξη, ανταπαντώ, αντίλογος, άρνηση, άρνησης, ...
  • заперечити στα ελληνικά - απορρίπτω, ορμή, αποποιούμαι, ένσταση, αρνούμαι, αρνηθεί, αμφισβητεί, ...
  • заперечний στα ελληνικά - negational
  • заперечте στα ελληνικά - αντιφάσκω, διαψεύδω, αντιλέγω, αρνούμαι, αρνηθεί, αμφισβητεί, αρνούνται, ...
Τυχαίες λέξεις
Заперечливий στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αμφιλεγόμενος, ερειστικός, συζητήσιμος, αρνητικός, αρνητική, αρνητικές, αρνητικό, αρνητικά