Зволікання στα ελληνικά
Μετάφραση: зволікання, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μοιρογνωμόνιο, καθυστέρηση, καθυστέρησης, καθυστερήσεις, αμέσως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- зволожтеся στα ελληνικά - zvolozhtesya
- зволожувати στα ελληνικά - κήρυγμα, ομιλία, υγράνετε, βρέξτε, υγραίνεται, υγράνουν
- зворот στα ελληνικά - στροφή, σειρά, τη σειρά, σειρά του, τη σειρά του
- зворотний στα ελληνικά - θυρίδα, αντίστροφο, αντίστροφος, αντίστροφη, αντίστροφης, αντιστρέψει
Τυχαίες λέξεις
Зволікання στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μοιρογνωμόνιο, καθυστέρηση, καθυστέρησης, καθυστερήσεις, αμέσως
Μεταφράσεις: μοιρογνωμόνιο, καθυστέρηση, καθυστέρησης, καθυστερήσεις, αμέσως