Колекція στα ελληνικά

Μετάφραση: колекція, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύναξη, συναρμολόγηση, συλλογή, συλλογής, τη συλλογή, είσπραξη, είσπραξης
Колекція στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • колектор στα ελληνικά - συλλέκτης, συλλέκτη, συλλογής, συλλεκτών, συλλεκτικών
  • колекціонер στα ελληνικά - συλλέκτης, συλλέκτη, συλλογής, συλλεκτών, συλλεκτικών
  • коленкор στα ελληνικά - τσίτι, Calico, βαμβακερά, βαμβακερό ύφασμα, Υφάσματα βαμβακερά
  • колесо στα ελληνικά - τροχός, ρόδα, τροχού, τροχό, τροχών
Τυχαίες λέξεις
Колекція στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύναξη, συναρμολόγηση, συλλογή, συλλογής, τη συλλογή, είσπραξη, είσπραξης