Наряд στα ελληνικά
Μετάφραση: наряд, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύκα, παρουσιαστικό, δασμοί, ντύσιμο, καθήκον, αμφίεση, ενδυμασία, ένδυμα, ενδυμασίας, την ενδυμασία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- атрибут στα ελληνικά - αποδίδω, ιδιότητα, Χαρακτηριστικό, τις ιδιότητες, χαρακτηριστικού, γνώρισμα
- блідо-жовтий στα ελληνικά - ασφόδελος, άχυρο, αχύρου, άχυρου, άχυρα, καλαμάκι
- кмітливість στα ελληνικά - σύλληψη, φόβος, σβελτάδα, ταραχή, ευστροφία, νοημοσύνη, πληροφοριών, ...
- ластовиння στα ελληνικά - φακίδα, Πανάδες, Οι φακίδες, φακίδες, φακίδων, freckles
Τυχαίες λέξεις
Наряд στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύκα, παρουσιαστικό, δασμοί, ντύσιμο, καθήκον, αμφίεση, ενδυμασία, ένδυμα, ενδυμασίας, την ενδυμασία
Μεταφράσεις: σύκα, παρουσιαστικό, δασμοί, ντύσιμο, καθήκον, αμφίεση, ενδυμασία, ένδυμα, ενδυμασίας, την ενδυμασία