Нахил στα ελληνικά
Μετάφραση: нахил, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακούω, πουρμπουάρ, ρεγάλο, πλαγιά, αφουγκράζομαι, ποδοκόπι, κατηφορίζω, υποκρισία, αιχμή, γέρνω, επεισόδιο, περιστατικό, κλίση, κλίσης, πίστα, πλαγιάς
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- валютний στα ελληνικά - λεφτά, συνάλλαγμα, νόμισμα, νομισματικός, νομισματικής, νομισματική, νομισματικών, ...
- висвітліть στα ελληνικά - διευκρινίζω, αποσαφηνίζω, αποκορύφωμα, Επισημάνετε, Highlight, Μαρκάρετε, Επισημάνετε το
- відмітити στα ελληνικά - σχολιάζω, σημείωση, σημείωμα, υπό σημείωση, σημείωσε, σημείωσης
- гордий στα ελληνικά - υπερήφανος, περήφανος, υπερήφανοι, περήφανοι, υπερήφανοι για
Τυχαίες λέξεις
Нахил στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακούω, πουρμπουάρ, ρεγάλο, πλαγιά, αφουγκράζομαι, ποδοκόπι, κατηφορίζω, υποκρισία, αιχμή, γέρνω, επεισόδιο, περιστατικό, κλίση, κλίσης, πίστα, πλαγιάς
Μεταφράσεις: ακούω, πουρμπουάρ, ρεγάλο, πλαγιά, αφουγκράζομαι, ποδοκόπι, κατηφορίζω, υποκρισία, αιχμή, γέρνω, επεισόδιο, περιστατικό, κλίση, κλίσης, πίστα, πλαγιάς