Επεισόδιο στα ουκρανικά

Μετάφραση: επεισόδιο, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
нахиляння, скіс, охоплення, серія, нахил, інтермедія, падіння, епізод
Επεισόδιο στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επεισόδιο

επεισόδιο 7 κατω παρταλι, επεισόδιο 135 μπρουσκο, επεισόδιο 129 μπρουσκο, επεισόδιο 134 μπρουσκο, επεισόδιο 374 κλεμμένα όνειρα, επεισόδιο λεξικό γλώσσας ουκρανικά, επεισόδιο στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • επαύξηση στα ουκρανικά - нагромадження, інтенсивно, наростання, накопичення, прирощення, приріст, збільшення
  • επείγων στα ουκρανικά - настирливий, наполегливий, заповзятий, нагальний, строковий, терміновий, термінове
  • επεκτατικός στα ουκρανικά - відвертий, експансивний, відкритий, відімкнений
  • επεκτείνω στα ουκρανικά - розвивати, розтягати, розширяти, розширювати, розкидати, ширити, простиратися, ...
Τυχαίες λέξεις
Επεισόδιο στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: нахиляння, скіс, охоплення, серія, нахил, інтермедія, падіння, епізод