Περιστατικό στα ουκρανικά

Μετάφραση: περιστατικό, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
охоплення, клієнт, поширення, залягання, валіза, нахиляння, скриня, случай, прецедент, вітрина, місцезнаходження, падіння, нахил, скіс, інцидент
Περιστατικό στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: περιστατικό

περιστατικό συνώνυμο, περιστατικό συνώνυμα, περιστατικό στην πάρο, περιστατικό του ρόσγουελ, περιστατικό με την aegean air, περιστατικό λεξικό γλώσσας ουκρανικά, περιστατικό στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • περιστέλλω στα ουκρανικά - ув'язнювати, ув'язнити, обмежити, обмежувати, обмеження
  • περιστέρι στα ουκρανικά - горлиця, голуб, голубка, голубь, голубе
  • περιστεράκι στα ουκρανικά - матрац, кушетка
  • περιστολή στα ουκρανικά - обмежений, знижений, кордонний, зменшений, обмежувати, прикордонний, обмежувальний, ...
Τυχαίες λέξεις
Περιστατικό στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: охоплення, клієнт, поширення, залягання, валіза, нахиляння, скриня, случай, прецедент, вітрина, місцезнаходження, падіння, нахил, скіс, інцидент