Непримиримий στα ελληνικά

Μετάφραση: непримиримий, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εμφυτεύω, πολεμιστής, ασυμβίβαστος, ασυμβίβαστη, ασυμβίβαστες, ασυμβίβαστων, συμβιβάζεται
Непримиримий στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • будиться στα ελληνικά - budytsya
  • глухої στα ελληνικά - νεκρός, απερίσκεπτος, ορμητικός, ακάθεκτος, πεθαμένος, τυφλός, θαμπώνω, ...
  • казначейство στα ελληνικά - θησαυροφυλάκιο, ταμείο, ιδίων, Treasury, διαθεσίμων
  • матч-в στα ελληνικά - σε, ταιριάζουν, ταιριάζει, αντιστοιχούν στην, ταιριάζει με, ταιριάζουν με
Τυχαίες λέξεις
Непримиримий στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εμφυτεύω, πολεμιστής, ασυμβίβαστος, ασυμβίβαστη, ασυμβίβαστες, ασυμβίβαστων, συμβιβάζεται